Το παρακάτω ποίημα το άκουσα για πρώτη φορά σε παλιό αγγλικό (ή αμερικάνικο) ντοκιμαντέρ για την πολιορκία του Στάλινγκραντ. Έκτοτε το αναζητούσα και το ανακάλυψα χτες το βράδυ, χάρη σε μια εμπνευσμένη αναζήτηση στο γκουγκλ. Γράφτηκε από τον ρώσο ποιητή του πολέμου, Konstantin Simonov το 1941...
στην Valentina Serova
Περίμενέ με, και σίγουρα θα γυρίσω
μόνο περίμενέ με αρκετά
περίμενε κι όταν κίτρινες βροχές θα γεμίζουν τις νύχτες με θλίψη
περίμενε στους αποπνικτικούς καύσωνες
και στις άγριες χιονοθύελλες
περίμενε κι όταν κανείς πια δεν περιμένει κανέναν
περίμενε κι όταν τα γράμματα από μακριά σταματήσουν
περίμενέ με ακόμη κι όταν κανείς άλλος δεν βαστά να περιμένει
Μην τους ακούσεις σαν σου πουν
πως ήρθε η ώρα να ξεχάσεις
κι ότι οι ελπίδες σου ψεύτικες είναι
Ακόμη κι αν ο γιος κι η μάνα μου πουν πως χάθηκα
κι αν οι φίλοι μου κουραστούν να περιμένουν
άσε τους δίπλα στη φωτιά να πιουν πικρό κρασί
περίμενε
και μην καθίσεις μαζί τους
μην πιεις τίποτε...
Περίμενέ με, και σίγουρα θα γυρίσω
Όλοι οι θάνατοι δεν θα με σκοτώσουν
κι ας πουν αυτοί που δεν περίμεναν:
"Τι τύχη!"
Αυτοί που δεν ξέρουν να περιμένουν
δεν θα καταλάβουν ποτέ
ούτε κανείς θα καταλάβει, αγαπημένη,
πώς εσύ που με περίμενες,
μου έσωσες τη ζωή
Μόνο εσύ κι εγώ θα ξέρουμε
πώς έζησα της φωτιάς
Απλά, εσύ ήξερες να περιμένεις
όπως κανείς άλλος στον κόσμο...
1941
Σημ.: ελεύθερη μετάφραση από την αγγλική μετάφραση (πάρ'το αυγό και κούρευτο)